Στην εισήγηση του ο Ανδρέας Θεοφάνους, Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του ΚΕΔΥ, ανέφερε ότι υπάρχει ένα ασταθές και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον: εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, η επεκτατική/αυταρχική Τουρκία και μια ΕΕ σε διαρκή κρίση - η Ευρωζώνη είναι ο μεγάλος ασθενής. «Είναι κάτω από αυτές τις συνθήκες που η Βρετανία αποφάσισε να διαφοροποιήσει την πορεία της. Παράλληλα είχαμε και την ομαλοποίηση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, για τις οποίες συνέβαλαν και οι Αμερικανικές παραινέσεις. Το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο και το αποτέλεσμα δεν ήταν τυχαίο γεγονός. Ήταν ψήφος υπέρ του έθνους-κράτους, υπέρ του προστατευτισμού και εναντίον της παγκοσμιοποίησης», τόνισε.
Ο καθ. Θεοφάνους ανέφερε επίσης ότι πρέπει να δούμε κάτω από ποιους όρους θα μπορούσε να επιτευχθεί ομαλοποίηση των σχέσεων με την Τουρκία. Μια λύση του κυπριακού μπορεί να οδηγήσει σε αυτό. Θα πρέπει όμως να αναζητηθεί ένα μοντέλο λύσης που να αποτελεί πραγματικά έντιμο συμβιβασμό. Όταν τη χρειάστηκε, η Κύπρος δεν είχε την αλληλεγγύη από την ΕΕ. «Με την ένταξη οι Κύπριοι πίστεψαν ότι θα μειωθεί η εξάρτηση από τη Βρετανία και πως θα υπάρξει μια πιο ισοζυγισμένη κατάσταση. Παρά την ύπαρξη ενός αρνητικού αφηγήματος, η Κύπρος πρέπει να ενισχύει και να εμβαθύνει τις σχέσεις με τη Βρετανία. Οι βάσεις της να εξυπηρετήσουν και τις ανάγκες ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας», κατέληξε. 
Ο ομιλητής εξέφρασε αμφιβολία για το κατά πόσον θα πραγματοποιηθεί τελικά το «Brexit», επισημαίνοντας πως «η Βρετανία έχει εμπορικό έλλειμμα απέναντι στην ΕΕ και ειδικά στην Γερμανία. Αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαϊκές οικονομίες χρειάζονται τη Βρετανική αγορά». Αποκάλεσε την Ευρωζώνη «μεγάλο ασθενή της Ευρώπης», επισημαίνοντας πως σήμερα τα προβλήματα οξύνονται με τα όσα συμβαίνουν στο ιταλικό τραπεζικό σύστημα. Σημείωσε πως η Ελλάδα σήμερα είναι αδύνατο να αντέξει στις επιπρόσθετες οικονομικές πιέσεις. «Θα ήταν ευχής έργον εάν ήταν δυνατό να διαφοροποιηθεί η υφιστάμενη οικονομική φιλοσοφία και πολιτική. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει το δίλλημα δομημένης/συγκροτημένης εξόδου από την Ευρωζώνη ή κατάρρευσης», υπέδειξε. Τέλος, για την ομαλοποίηση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, διευκρίνισε πως ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών των ΗΠΑ. «Η Κύπρος πρέπει να κατανοήσει το μέγεθος αυτής της αλλαγής και να ενεργήσει αναλόγως», ανέφερε. 
Η Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπος του ΔΗΚΟ και μέλος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, αποκάλεσε το «Brexit» πρωτόγνωρο γεγονός, ενώ εξέφρασε την άποψη πως με την αποχώρηση της Βρετανίας η Άγκυρα χάνει τον πιο ένθερμο υποστηρικτή στην ενταξιακή της πορεία. Ανέφερε πως είναι ευνοϊκή η συγκυρία για έναρξη διαλόγου σχετικά με το μέλλον των Βρετανικών βάσεων στην Κύπρο, ενώ αναρωτήθηκε, αν «οι διάφοροι αγωγοί πετρελαίου και Φυσικού Αερίου φέρνουν την ειρήνη, ή αν η ειρήνη φέρνει τους αγωγούς;». Η ομιλήτρια υπέδειξε πως η Τουρκία επιδιώκει ενεργειακό ρόλο στοχεύοντας στον στραγγαλισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ για την ομαλοποίηση των σχέσεων της Άγκυρας με το Ισραήλ, εξέφρασε την άποψη πως μεγάλο ρόλο έπαιξε ο αναβαθμισμένος ρόλος του Ιράν στη Μέση Ανατολή. 
Η κα. Ερωτοκρίτου επισήμανε πως η Κυπριακή Δημοκρατία απέτυχε να εκμεταλλευτεί την εξαετή διένεξη ανάμεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ. Προειδοποίησε πως «πρέπει να προσέξουμε ώστε να μην βρεθούμε μπροστά σε άλλες εξελίξεις», όπως για παράδειγμα την προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων Τουρκίας - Αιγύπτου, ενώ τάχθηκε υπέρ μιας σταδιακής βελτίωσης των σχέσεων της Λευκωσίας με την Άγκυρα. «Αλλά αυτό δεν εξαρτάται από εμάς, η Τουρκία πρέπει να αλλάξει τη στάση της», κατέληξε.
Ο Θεόδωρος Τσακίρης, επίκουρος καθηγητής Γεωπολιτικής των Υδρογονανθράκων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, αφού αποκάλεσε «ιστορική μπαρούφα» του Νταίηβιντ Κάμερον το δημοψήφισμα στη Βρετανία, ανέλυσε εκτενώς την διαμορφούμενη κατάσταση και δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο, η νέα πρωθυπουργός της Βρετανίας, ύστερα από δύο χρόνια, να ζητήσει νέο δημοψήφισμα, για να εγκρίνουν ή όχι οι Βρετανοί τους όρους αποχώρησης τους από την ΕΕ. «Βρισκόμαστε σε κατάσταση ρευστότητας», υπέδειξε, ενώ για τη συμφωνία εξομάλυνσης των σχέσεων του Ισραήλ με την Τουρκία, εξέφρασε την άποψη πως αυτός που υποχώρησε, ήταν ο Τούρκος πρόεδρος Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αποκάλεσε αρνητική εξέλιξη για την Κύπρο, το ενδεχόμενο αγωγού που θα περνά από το τουρκικό έδαφος και αναρωτήθηκε για το πώς θα αντιδράσει η Κυπριακή Δημοκρατία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. «Η διαδικασία αδειοδότησης είναι δύσκολη. Να ξεκαθαρίσουμε στο Ισραήλ, πως μια συμφωνία με τους Τούρκους στο ενεργειακό θα δημιουργήσει πρόβλημα στις σχέσεις τους με την Κύπρο αλλά και με την Ελλάδα», κατέληξε.
Υποβλήθηκαν από το κοινό πολλές ερωτήσεις προς τους τρείς ομιλητές. Το συντονισμό της εκδήλωσης είχε ο Γιώργος Κέντας, επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.